Επικοινωνία

Θα χαρώ τα δικά σας σχόλια για τα γραφόμενα μου...
studio9@cytanet.com.cy

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2008

Τα διηγήματα μου

-------------------------------------------------------------
Ευχαριστώ την ημερήσια Κυπριακή Εφημερίδα ΑΛΗΘΕΙΑ η οποία δημοσίευσε το πιο κάτω διήγημα μου στην έκδοση της 4ης Νοεμβρίου 2008

Η Βάρδια


«Ρε Γιώργη, αυτό το μήνα δεν θα τα καταφέρω με τη δόση. Έχω και τη μικρή στο Κολλέγιο . Ο μικρός μου θέλει μηχανάκι. Και αυτό το ρεζερβουάρ στο αμάξι για να γεμίσει χρειάζεται μια ώρα !. Μια ώρα, τόσο όσο χρειάζομαι για να ρθω από το σπίτι εδώ, στη δουλειά. Και άλλη τόση για να επιστρέψω πίσω. Ούτε ο Κολόμβος να’ μουνα... Και στο δρόμο όλο ατζαμήδες συναντώ και με τσαντίζουν. Τι γίνετε ρε παιδί μου, δίνουν στον κάθε ηλίθιο άδεια να οδηγεί. Στον καιρό μου....»

Ο Γιώργης εκεί να ακούει , δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, χωρίς να βαριέται. Ήρεμος. . .

«Άσε που η γυναίκα μου θέλει διακοπές. Λες και όλη μέρα στη δουλειά κάνει κάτι άλλο. Στο Δημόσιο δουλεύει, μαζί με τους άλλους τους χαραμοφάηδες... Δεν στο’ πα. O πατέρας μου αρρώστησε και τον πήρα σε οίκο ευγηρίας. Έφαγε τα ψωμάκια του και αυτός. Δεν μπορώ να τον πάρω στο σπίτι μου, έχω και κόρη αρραβωνιασμένη ξέρεις...Εσύ ρε Γιώργη καλά την έχεις. Καλά να φας καλά να πιεις, καλά να κοιμηθείς.»

Ο Γιώργης κούνησε το κεφάλι του. ‘Oπως έκανε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, χωρίς να βαριέται. Ήρεμος…

«Να δούμε τι θα γίνει με εκείνη την προαγωγή που μου τάξανε. Μάλλον θα την πάρει αυτός ο νέος που ήρθε πέρσι. Έχει διπλώματα μου είπαν. Τι διπλώματα και κουραφέξαλα. Έχει θείο απ’ την κορώνη. Ξέρεις ....»

Ο Γιώργης εκεί. Κρεμόταν από τα χείλη του. Όπως έκανε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Δεν ήθελε να χάσει λέξη.

«Γέμισε ο τόπος πούστηδες ρε Γιώργη, και ξένους, μαύρους, Κινέζους, κλέφτες και πουτάνες. Τώρα που μιλάμε για πουτάνες, έχει φέρει μία εκεί στη γειτονιά αυτός που έχει την μπιραρία. Άστα . Μόνο να τη δεις σου τρέχουν τα σάλια. Έτσι δεν την έπαθε και ο αδελφός μου, που τα μπλέξε με μια τέτοια και τους παράτησε όλους στο σπίτι και έφυγε. Με παίρνει κάνα τηλέφωνο στα κρυφά για να μάθει για τα παιδιά του...»

Σταμάτησε να μιλά. Ο Γιώργης είχε αποκοιμηθεί στο κρεβάτι του. Ήρεμος όπως ήταν δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια.

Τον σκέπασε με το σεντόνι. Προχώρησε προς την έξοδο. Έσβησε το φως. Βγήκε στο διάδρομο. Κλείδωσε την πόρτα. Όλα τα δωμάτια κλειστά. Όλοι κοιμόνταν. Μόνο αυτός είχε βάρδια απόψε.

...Από τη ζωή του Ανδρέα. Νοσοκόμου στην ψυχιατρική πτέρυγα του Νοσοκομείου Λευκωσίας.





---------------------------------------------------

2 σχόλια:

  1. Γιάννο (τεχνόγιαννε) μου χαίρομαι που βλέπω το μεράκι σου να βρίσκει βήμα. Είσαι πράγματι πολυτάλαντος φίλε!

    Πολύ ωραίο το διήγημα,
    μου άφησε μια έκπληξη και μια πίκρα μαζί. Αρχικά νόμισε πως κοιμήθεκε για πάντα ο τύπος. Ακόμα πιο δυνατό όμως το τέλος με τη ψυχιατρική πτέρυγα.

    περιμένω ανυπόμονα συνέχεια, αν θα υπάρξει στην παρέα των δυο φίλων της πτέρυγας.

    Συγχαρητήρια,

    polis (desgin & technology)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αγαπητέ Φίλε Γιάννο,
    Θερμά συγχαρητήρια.
    Δυνατός, γλυκός και βαθιά ανθρώπινος ο λόγος σου.
    Δεν με εκπλήσσει το ύφος σου. Έχει την ίδια βαθιά ανθρωπιά που αποπνέεις καθημερινά γύρω σου.

    Συγχαρητήρια!!!

    Πάμπος

    ΑπάντησηΔιαγραφή